Τραπεζικά υπερκέρδη, κοινωνική αφαίμαξη και άρνηση κάθε λογικής
Του Στέφανου Σταμέλλου
Διαβάζουμε ότι στο πρώτο εξάμηνο του 2025, τα καθαρά κέρδη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών στην Ελλάδα ξεπέρασαν τα 2,45 δισεκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα το 2024 κατέγραψαν κέρδη πάνω από 4,7 δισ. ευρώ. Πρόκειται για ένα ποσό-ρεκόρ, που αποκαλύπτει μια καθετοποιημένη ανισορροπία: το χρήμα συγκεντρώνεται από όλους -όλοι είμαστε πελάτες των τραπεζών- και διανέμεται στους λίγους∙ πράγμα που κάθε άλλο παρά σημάδι υγείας αποτελεί για την ελληνική οικονομία.
Ας δούμε τι σημαίνουν αυτά τα νούμερα. Σε μια χώρα με ΑΕΠ γύρω στα 240 δισεκατομμύρια ευρώ, οι τράπεζες -που δεν παράγουν προϊόν, αλλά λειτουργούν ως διαμεσολαβητές του χρήματος- εξασφαλίζουν πάνω από το 2% του ΑΕΠ στο χρόνο. Και μάλιστα όχι επειδή χρηματοδότησαν νέες επενδύσεις, αλλά επειδή εκμεταλλεύτηκαν το αυξημένο επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και την τεχνητή ψαλίδα ανάμεσα στα επιτόκια δανεισμού και καταθέσεων.
Οι πολίτες, ως καταθέτες, βλέπουν απόδοση 0,03% έως 1% στα χρήματά τους. Ως δανειολήπτες, πληρώνουν 5% έως 12%. Το περιβόητο «κόστος χρήματος» λειτουργεί ως εργαλείο μεταφοράς πλούτου από τα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις στους ισολογισμούς των τραπεζών. Όλοι συμμετέχουν σε αυτή τη μεταφορά πλούτου – νοικοκυριά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ελεύθεροι επαγγελματίες. Και όμως, τα κέρδη δεν επιστρέφουν στην κοινωνία. Διανέμονται ως μερίσματα στους μετόχους, που είναι ξένα επενδυτικά funds και τραπεζικοί όμιλοι (κυρίως από ΗΠΑ, Ην. Βασίλειο, κ.ά.), ελληνικά ιδρύματα και εύποροι ιδιώτες (μικρή μειοψηφία) ή μετατρέπονται σε ιδιωτικό κεφάλαιο χωρίς κοινωνικό αντίκρισμα.
Αυτό, όπως και να το πάρει κανείς, είναι μια άδικη αναδιανομή πλούτου. Πρόκειται για εικονική κερδοφορία που προκύπτει από την οικονομική αφαίμαξη της κοινωνίας, όχι από δημιουργία. Είναι σαν να έχουν οι τράπεζες ιδρύσει έναν ιδιωτικό φοροεισπρακτικό μηχανισμό, με εμάς όλους υπόχρεους και λίγους προνομιούχους ως αποδέκτες. Ενώ η κοινωνία υφίσταται κρίση εισοδήματος, η τραπεζική κερδοφορία απογειώνεται και ενώ οι μικρές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά δυσκολεύονται να επιβιώσουν, οι μέτοχοι των τραπεζών θησαυρίζουν.
Μια οικολογική και κοινωνική προσέγγιση της οικονομίας απαιτεί ένα διαφορετικό χρηματοπιστωτικό ήθος: Δημόσιο έλεγχο ή κοινωνικές τράπεζες ειδικού σκοπού, με χαμηλότοκα δάνεια για κοινωνικά και περιβαλλοντικά έργα, δίκαιη απόδοση των αποταμιεύσεων και περιορισμό της προκλητικής κερδοσκοπίας. Η οικονομία δεν μπορεί να είναι υγιής όταν μια χούφτα ιδρύματα ευημερούν σε βάρος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Και δεν μπορεί να είναι βιώσιμη, όταν το χρηματοπιστωτικό σύστημα αγνοεί τις ανάγκες του περιβάλλοντος και της κοινότητας.
Αν δεν ανοίξει τώρα η συζήτηση για τον κοινωνικό ρόλο του χρήματος και των τραπεζών, πότε θα ανοίξει;
Σχόλια Αναγνωστών
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν. Το email σας δεν δημοσιεύεται.